Λιγότερες από μία στις δύο γυναίκες που χειρουργούνται για καρκίνο στο στήθος κάνουν επανορθωτική επέμβαση για να αποκαταστήσουν τον μαστό που έχασαν.
Όπως αποκαλύπτουν η μία έρευνα μετά την άλλη, κύρια αιτία γι’ αυτό είναι η ελλιπής ενημέρωση για τις επανορθωτικές επεμβάσεις, η οποία αφενός τις εμποδίζει να πάρουν την απόφαση να χειρουργηθούν, αφετέρου δημιουργεί αναίτιους φόβους (π.χ. για την ασφάλεια των χρησιμοποιούμενων ενθεμάτων ή ότι ο νέος μαστός θα εμποδίζει την ανίχνευση του καρκίνου).
Υπάρχουν βέβαια και γυναίκες που αποφεύγουν την επανορθωτική επέμβαση επειδή δεν θέλουν να ξαναμπούν στο χειρουργείο, ενώ άλλες δεν την θεωρούν απαραίτητη, σύμφωνα με μία από τις έρευνες που είχε δημοσιευθεί πριν από λίγα χρόνια στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Surgery.
Η μαστεκτομή είναι μία από τις ευρύτερα εφαρμοζόμενες χειρουργικές επεμβάσεις στον κόσμο. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής (Eurostat), περισσότερες από 500.000 μερικές και ολικές μαστεκτομές πραγματοποιούνται κάθε χρόνο στα 22 από τα 28 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία (η Ελλάδα δεν συμπεριλαμβάνεται σε αυτά).
Όπως εξηγεί ο πλαστικός χειρουργός Δρ. Δημήτρης Δρακωτός, παρότι η μαστεκτομή συνήθως γίνεται για την αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού, ολοένα περισσότερες γυναίκες υποβάλλονται σε αυτήν για προληπτικούς λόγους, επειδή διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν καρκίνο στο μέλλον λόγω αυξημένης γονιδιακής επιβάρυνσης και ισχυρού οικογενειακού ιστορικού της νόσου.
«Η επανορθωτική επέμβαση στον μαστό μπορεί να γίνει ταυτοχρόνως με την μερική ή ολική μαστεκτομή ή σε δεύτερο χρόνο, ακόμα και αρκετούς μήνες ή και χρόνια μετά την αρχική επέμβαση», λέει. «Στη διάρκειά της ο χειρουργός τυπικά δημιουργεί το σχήμα του μαστού χρησιμοποιώντας ένα τεχνητό ένθεμα σιλικόνης, ιστούς από άλλα τμήματα του σώματος της γυναίκας ή συνδυασμό των δύο».
Σύμφωνα με την Αμερικανική Εταιρεία Πλαστικών Χειρουργών (ASPS), μόνο το 45% των γυναικών που υποβάλλονται σε μαστεκτομή, κάνουν και επανορθωτική επέμβαση. Από τις γυναίκες αυτές, λιγότερο από το 20% υποβάλλονται σε άμεση αποκατάσταση. Οι υπόλοιπες χειρουργούνται σε δεύτερο χρόνο (όψιμη αποκατάσταση).
Η ταυτόχρονη μαστεκτομή και αποκατάσταση μοιραία επηρεάζει τη διάρκεια νοσηλείας στο νοσοκομείο και τη διάρκεια της ανάρρωσης, ενώ η όψιμη αποκατάσταση απαιτεί νέο χειρουργείο. Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις όπου μπορεί να χρειασθούν περισσότερες της μιας εγχειρήσεις για να αποκατασταθεί πλήρως ο μαστός.
Πρόσθετες θεραπείες
Πώς λαμβάνεται όμως η απόφαση για το αν θα γίνει άμεση ή όψιμη αποκατάσταση και ποιοι παράγοντες μπορεί να επηρεάσουν το τελικό αποτέλεσμα; «Η απόφαση λαμβάνεται με συγκεκριμένα κριτήρια, τα οποία προσδιορίζουν οι υπάρχουσες κατευθυντήριες οδηγίες από διεθνείς οργανισμούς όπως η ASPS», απαντά ο Δρ. Δρακωτός.
Σύμφωνα με αυτές τις οδηγίες, η γυναίκα πρέπει κατ’ αρχάς να παραπέμπεται σε πλαστικό χειρουργό πριν κάνει την μαστεκτομή, ώστε να ενημερώνεται για τις επανορθωτικές επιλογές που έχει.
Για το αν θα γίνει άμεση ή όψιμη επανορθωτική επέμβαση λαμβάνονται μεταξύ άλλων υπ’ όψιν τα ψυχοκοινωνικά οφέλη για τη γυναίκα και οι ενδεχόμενοι κίνδυνοι από την ολοκλήρωση της αποκατάστασης πριν τις πρόσθετες θεραπείες που ενδεχομένως χρειάζεται η ασθενής.
«Η έναρξη της αποκατάστασης ταυτοχρόνως με τη μαστεκτομή έχει αρκετά πλεονεκτήματα, τόσο χειρουργικά όσο και ψυχολογικά, αφού βοηθά τη γυναίκα να αναρρώσει πιο γρήγορα από το ψυχολογικό σοκ της αφαίρεσης του μαστού», λέει ο Δρ. Δρακωτός. «Με την άμεση αποκατάσταση επιτυγχάνεται επίσης ταχύτερη επιστροφή της γυναίκας στους φυσιολογικούς ρυθμούς της ζωής της, διότι αποφεύγει ένα μελλοντικό χειρουργείο, ενώ και η αποκατάσταση ως επέμβαση είναι πιο επιτυχημένη. Στον αντίποδα, βέβαια, η ταυτόχρονη μαστεκτομή και αποκατάσταση φέρει αυξημένο κίνδυνο μετεγχειρητικής λοίμωξης, ο οποίος επίσης λαμβάνεται υπ’ όψιν».
Ωστόσο η ταυτόχρονη μαστεκτομή και αποκατάσταση συνήθως δεν είναι εφικτή όταν η γυναίκα πρόκειται στη συνέχεια να υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία. «Η ακτινοθεραπεία, που συνήθως αρχίζει μέσα σε οκτώ εβδομάδες από την μαστεκτομή, σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών και αποτυχίας της επανορθωτικής επέμβασης», εξηγεί ο ειδικός. «Αυτός είναι και ο λόγος που συνήθως συνιστούμε στη γυναίκα να κάνει αποκατάσταση μετά το τέλος της ακτινοθεραπείας, συνήθως 6-12 μήνες αργότερα».
Αν, όμως, η γυναίκα πρόκειται να κάνει χημειοθεραπεία, πιθανώς μπορεί να κάνει ταυτόχρονη επανόρθωση, διότι η χημειοθεραπεία δεν φαίνεται να αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για επιπλοκές ή αποτυχία της επανορθωτικής επέμβασης.
Επειδή, τέλος, τα επιστημονικά δεδομένα για τους δυνητικούς κινδύνους από την ορμονοθεραπεία είναι αντικρουόμενα, εξετάζεται κατά περίπτωση πότε μπορεί να γίνει η επανορθωτική επέμβαση, συνεχίζει ο Δρ. Δρακωτός.
Κάπνισμα και παχυσαρκία
Υπάρχουν όμως και δύο άλλοι, απρόσμενοι παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο αποτυχίας της επανορθωτικής επέμβασης και οι οποίοι επίσης μπορεί να επηρεάσουν την τελική απόφαση για τη διενέργεια της αποκατάστασης. Οι παράγοντες αυτοί είναι το κάπνισμα και η παχυσαρκία, που σχετίζονται επίσης με αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών των εγχειρήσεων.
«Στις ασθενείς μας που καπνίζουν συνιστούμε έντονα να κόψουν το κάπνισμα πριν οδηγηθούν στο χειρουργείο, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος χειρουργικών επιπλοκών. Για τον ίδιο λόγο οι παχύσαρκες ασθενείς μας ιδανικά πρέπει να αδυνατίσουν πριν κάνουν την χειρουργική αποκατάσταση», τονίζει ο Δρ. Δρακωτός.
Πολύ σημαντικό ρόλο στην απόφαση για τον χρόνο της αποκατάστασης παίζουν τέλος η συννοσηρότητα (άλλα νοσήματα από τα οποία ενδεχομένως πάσχει η γυναίκα) και φυσικά το αν επιθυμεί η γυναίκα να προχωρήσει στην αποκατάσταση και τι προσδοκίες έχει από αυτήν.
«Όποια κι αν είναι η ηλικία, η οικογενειακή ζωή, η σεξουαλική δραστηριότητα και η ψυχολογική ωριμότητα της γυναίκας, γεγονός παραμένει πως ουδείς μπορεί να γνωρίζει πως θα νιώσει αν και όταν έλθει αντιμέτωπη με μια μαστεκτομή», σημειώνει ο Δρ. Δρακωτός. «Είναι φυσιολογικό να νιώσει άγχος, αβεβαιότητα, θλίψη, θυμό, πένθος και οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα μπορεί να συνοδέψει την απώλεια ενός συμβόλου της γυναικείας φύσης. Πρέπει, όμως, να προχωρήσει μπροστά, επομένως θα κληθεί να ακούσει τις πιθανές επιλογές και να σκεφτεί προσεκτικά για να αποφασίσει ποιο είναι το καλύτερο για την ίδια όσον αφορά την αποκατάσταση του στήθους της».
Ιωάννα Τζόβολου
ring@ringnetworks.gr
Όπως αποκαλύπτουν η μία έρευνα μετά την άλλη, κύρια αιτία γι’ αυτό είναι η ελλιπής ενημέρωση για τις επανορθωτικές επεμβάσεις, η οποία αφενός τις εμποδίζει να πάρουν την απόφαση να χειρουργηθούν, αφετέρου δημιουργεί αναίτιους φόβους (π.χ. για την ασφάλεια των χρησιμοποιούμενων ενθεμάτων ή ότι ο νέος μαστός θα εμποδίζει την ανίχνευση του καρκίνου).
Υπάρχουν βέβαια και γυναίκες που αποφεύγουν την επανορθωτική επέμβαση επειδή δεν θέλουν να ξαναμπούν στο χειρουργείο, ενώ άλλες δεν την θεωρούν απαραίτητη, σύμφωνα με μία από τις έρευνες που είχε δημοσιευθεί πριν από λίγα χρόνια στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Surgery.
Η μαστεκτομή είναι μία από τις ευρύτερα εφαρμοζόμενες χειρουργικές επεμβάσεις στον κόσμο. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής (Eurostat), περισσότερες από 500.000 μερικές και ολικές μαστεκτομές πραγματοποιούνται κάθε χρόνο στα 22 από τα 28 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία (η Ελλάδα δεν συμπεριλαμβάνεται σε αυτά).
Όπως εξηγεί ο πλαστικός χειρουργός Δρ. Δημήτρης Δρακωτός, παρότι η μαστεκτομή συνήθως γίνεται για την αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού, ολοένα περισσότερες γυναίκες υποβάλλονται σε αυτήν για προληπτικούς λόγους, επειδή διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν καρκίνο στο μέλλον λόγω αυξημένης γονιδιακής επιβάρυνσης και ισχυρού οικογενειακού ιστορικού της νόσου.
«Η επανορθωτική επέμβαση στον μαστό μπορεί να γίνει ταυτοχρόνως με την μερική ή ολική μαστεκτομή ή σε δεύτερο χρόνο, ακόμα και αρκετούς μήνες ή και χρόνια μετά την αρχική επέμβαση», λέει. «Στη διάρκειά της ο χειρουργός τυπικά δημιουργεί το σχήμα του μαστού χρησιμοποιώντας ένα τεχνητό ένθεμα σιλικόνης, ιστούς από άλλα τμήματα του σώματος της γυναίκας ή συνδυασμό των δύο».
Σύμφωνα με την Αμερικανική Εταιρεία Πλαστικών Χειρουργών (ASPS), μόνο το 45% των γυναικών που υποβάλλονται σε μαστεκτομή, κάνουν και επανορθωτική επέμβαση. Από τις γυναίκες αυτές, λιγότερο από το 20% υποβάλλονται σε άμεση αποκατάσταση. Οι υπόλοιπες χειρουργούνται σε δεύτερο χρόνο (όψιμη αποκατάσταση).
Η ταυτόχρονη μαστεκτομή και αποκατάσταση μοιραία επηρεάζει τη διάρκεια νοσηλείας στο νοσοκομείο και τη διάρκεια της ανάρρωσης, ενώ η όψιμη αποκατάσταση απαιτεί νέο χειρουργείο. Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις όπου μπορεί να χρειασθούν περισσότερες της μιας εγχειρήσεις για να αποκατασταθεί πλήρως ο μαστός.
Πρόσθετες θεραπείες
Πώς λαμβάνεται όμως η απόφαση για το αν θα γίνει άμεση ή όψιμη αποκατάσταση και ποιοι παράγοντες μπορεί να επηρεάσουν το τελικό αποτέλεσμα; «Η απόφαση λαμβάνεται με συγκεκριμένα κριτήρια, τα οποία προσδιορίζουν οι υπάρχουσες κατευθυντήριες οδηγίες από διεθνείς οργανισμούς όπως η ASPS», απαντά ο Δρ. Δρακωτός.
Σύμφωνα με αυτές τις οδηγίες, η γυναίκα πρέπει κατ’ αρχάς να παραπέμπεται σε πλαστικό χειρουργό πριν κάνει την μαστεκτομή, ώστε να ενημερώνεται για τις επανορθωτικές επιλογές που έχει.
Για το αν θα γίνει άμεση ή όψιμη επανορθωτική επέμβαση λαμβάνονται μεταξύ άλλων υπ’ όψιν τα ψυχοκοινωνικά οφέλη για τη γυναίκα και οι ενδεχόμενοι κίνδυνοι από την ολοκλήρωση της αποκατάστασης πριν τις πρόσθετες θεραπείες που ενδεχομένως χρειάζεται η ασθενής.
«Η έναρξη της αποκατάστασης ταυτοχρόνως με τη μαστεκτομή έχει αρκετά πλεονεκτήματα, τόσο χειρουργικά όσο και ψυχολογικά, αφού βοηθά τη γυναίκα να αναρρώσει πιο γρήγορα από το ψυχολογικό σοκ της αφαίρεσης του μαστού», λέει ο Δρ. Δρακωτός. «Με την άμεση αποκατάσταση επιτυγχάνεται επίσης ταχύτερη επιστροφή της γυναίκας στους φυσιολογικούς ρυθμούς της ζωής της, διότι αποφεύγει ένα μελλοντικό χειρουργείο, ενώ και η αποκατάσταση ως επέμβαση είναι πιο επιτυχημένη. Στον αντίποδα, βέβαια, η ταυτόχρονη μαστεκτομή και αποκατάσταση φέρει αυξημένο κίνδυνο μετεγχειρητικής λοίμωξης, ο οποίος επίσης λαμβάνεται υπ’ όψιν».
Ωστόσο η ταυτόχρονη μαστεκτομή και αποκατάσταση συνήθως δεν είναι εφικτή όταν η γυναίκα πρόκειται στη συνέχεια να υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία. «Η ακτινοθεραπεία, που συνήθως αρχίζει μέσα σε οκτώ εβδομάδες από την μαστεκτομή, σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών και αποτυχίας της επανορθωτικής επέμβασης», εξηγεί ο ειδικός. «Αυτός είναι και ο λόγος που συνήθως συνιστούμε στη γυναίκα να κάνει αποκατάσταση μετά το τέλος της ακτινοθεραπείας, συνήθως 6-12 μήνες αργότερα».
Αν, όμως, η γυναίκα πρόκειται να κάνει χημειοθεραπεία, πιθανώς μπορεί να κάνει ταυτόχρονη επανόρθωση, διότι η χημειοθεραπεία δεν φαίνεται να αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για επιπλοκές ή αποτυχία της επανορθωτικής επέμβασης.
Επειδή, τέλος, τα επιστημονικά δεδομένα για τους δυνητικούς κινδύνους από την ορμονοθεραπεία είναι αντικρουόμενα, εξετάζεται κατά περίπτωση πότε μπορεί να γίνει η επανορθωτική επέμβαση, συνεχίζει ο Δρ. Δρακωτός.
Κάπνισμα και παχυσαρκία
Υπάρχουν όμως και δύο άλλοι, απρόσμενοι παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο αποτυχίας της επανορθωτικής επέμβασης και οι οποίοι επίσης μπορεί να επηρεάσουν την τελική απόφαση για τη διενέργεια της αποκατάστασης. Οι παράγοντες αυτοί είναι το κάπνισμα και η παχυσαρκία, που σχετίζονται επίσης με αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών των εγχειρήσεων.
«Στις ασθενείς μας που καπνίζουν συνιστούμε έντονα να κόψουν το κάπνισμα πριν οδηγηθούν στο χειρουργείο, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος χειρουργικών επιπλοκών. Για τον ίδιο λόγο οι παχύσαρκες ασθενείς μας ιδανικά πρέπει να αδυνατίσουν πριν κάνουν την χειρουργική αποκατάσταση», τονίζει ο Δρ. Δρακωτός.
Πολύ σημαντικό ρόλο στην απόφαση για τον χρόνο της αποκατάστασης παίζουν τέλος η συννοσηρότητα (άλλα νοσήματα από τα οποία ενδεχομένως πάσχει η γυναίκα) και φυσικά το αν επιθυμεί η γυναίκα να προχωρήσει στην αποκατάσταση και τι προσδοκίες έχει από αυτήν.
«Όποια κι αν είναι η ηλικία, η οικογενειακή ζωή, η σεξουαλική δραστηριότητα και η ψυχολογική ωριμότητα της γυναίκας, γεγονός παραμένει πως ουδείς μπορεί να γνωρίζει πως θα νιώσει αν και όταν έλθει αντιμέτωπη με μια μαστεκτομή», σημειώνει ο Δρ. Δρακωτός. «Είναι φυσιολογικό να νιώσει άγχος, αβεβαιότητα, θλίψη, θυμό, πένθος και οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα μπορεί να συνοδέψει την απώλεια ενός συμβόλου της γυναικείας φύσης. Πρέπει, όμως, να προχωρήσει μπροστά, επομένως θα κληθεί να ακούσει τις πιθανές επιλογές και να σκεφτεί προσεκτικά για να αποφασίσει ποιο είναι το καλύτερο για την ίδια όσον αφορά την αποκατάσταση του στήθους της».
Ιωάννα Τζόβολου
ring@ringnetworks.gr
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου